ΛΕΩΦΟΡΟΣ ΓΑΛΑΤΣΙΟΥ 82 , 210-2024963
Επιτέλους έστω κι έτσι ,εν μέσω πανδημίας,μπαίνουμε σιγά σιγά σε γιορτινό πνεύμα.Λίγο ο στολισμός της πόλης,λίγο η αγορά του Γαλατσίου που δειλά δειλά ανοίγει ....αρχίζει σιγά σιγά να δημιουργείται η μαγική Χρστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα.
Μύρισαν Χριστούγεννα λοιπόν ....και μαζί μ' αυτά ήρθαν και οι μυρωδιές από τον Φούρνο της γειτονιάς σας, τον φούρνο Μαρέτση.Ο Στέλιος εδώ και 35 χρόνια με τα γλυκά και τις λιχουδιές του,προκαλεί όλες τις αισθήσεις...Με το που μπαίνεις μέσα ,το μάτι σου αρχίζει μια περιπλάνηση με οδηγό τις μύτη..Δίπλες,τσουρέκια ,μελομακάρονα και κουραμπιέδες ...είναι πειρασμός και για τα χέρια σου.
Η άχνη πως απλώνεται σαν χιόνι στην πιατέλα
κι όλα του Στέλιου τα γλυκά να μου φωνάζουν «έλα!»
Μελομακάρονα βουνό απάνω στο τραπέζι
κι η βασιλόπιτα πιο κει το μάτι να μου παίζει
Ο Στέλιος που δηλώνει υπερήφανος και καυχιέται για τις γλυκο κατασκευές του,αλλάζει θέμα όταν του ζητάς τις συνταγές για τα μελομακάρονα και τους κουραμπιέδες.Επτασφράγιστο μυστικό η δημιουργία του καλύτερου κουραμπιέ τις Αθήνας(όπως λέει...)
Ο κουραμπιές ...
Γλύκισμα που υπάγεται στην κατηγορία του μπισκότου και παρασκευάζεται από αλεύρι, βούτυρο, αμύγδαλα κατά περίπτωση και είναι πασπαλισμένο με άχνη ζάχαρης. Είναι ένα από τα γλυκά που χαρακτηρίζουν την εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων στην Ελλάδα, ενώ σε πολλές περιοχές της χώρας προσφέρεται στους προσκεκλημένους αμέσως μετά τη βάπτιση ενός παιδιού
Έλκει την καταγωγή του από την Περσία, όπου πρωτοεμφανίστηκε τον 7ο αιώνα, όταν η ζάχαρη διαδόθηκε στην περιοχή. Την πατρότητα του κουραμπιέ διεκδικεί και ο Λίβανος. Το γλύκισμα είναι διαδεδομένο στην Ελλάδα, την Τουρκία και τις Βαλκανικές χώρες. Ένα είδος κουραμπιέ με την ονομασία Πολβορόν (Polvorón) είναι διαδεδομένο στις ισπανόφωνες χώρες και το νότιο Τέξας.
Η λέξη «κουραμπιές» προέρχεται από την αλβανική kurabie ή gurabie (τουρκικά kurabiye και αραβικά qurabiya). Στην καθομιλουμένη «κουραμπιέ» αποκαλούμε τον νωθρό, τον μαλθακό ή τον ανόητο άνθρωπο. Στη στρατιωτική αργκό, «κουραμπιές» είναι ο απόλεμος στρατιώτης, αυτό που δεν μετέχει σε επιχειρήσεις, αλλά είναι αποσπασμένος σε γραφείο.
Qurabiya στα Αζέρικα, Kurabiye, στα Τούρκικα και φυσικά Κουραμπιές στα ελληνικά, που στην κυριολεξία σημαίνει Kuru = ξηρό, biye = μπισκότο. Όμως, η ονομασία μπισκότο καθιερώθηκε τον Mεσαίωνα, ετυμολογικά προερχόμενη από το λατινογενές bis-cuit, που σημαίνει ψημένο δύο φορές (στα αρχαία ελληνικά λεγόταν δί-πυρον), ως τεχνική ψησίματος για να μην «χαλάει» εύκολα ο άρτος, κυρίως των στρατιωτών και των ναυτικών.
Τα μελομακάρονα… έχουν ετυμολογικά αρχαιοελληνική προέλευση όσο και αν το μυαλό πάει στο «ιταλικό» μακαρόνι. Στα λεξικά αναφέρεται ότι η λέξη «μακαρόνι» παράγεται από τη μεσαιωνική ελληνική λέξη «μακαρωνία» (επρόκειτο για νεκρώσιμο δείπνο με βάση τα ζυμαρικά, όπου μακάριζαν το νεκρό).
Η μακαρωνία με τη σειρά της έρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «μακαρία», που δεν ήταν άλλο από την ψυχόπιτα, δηλαδή, ένα κομμάτι άρτου, στο σχήμα του σύγχρονου μελομακάρονου, το οποίο το προσέφεραν μετά την κηδεία.
Αργότερα, όταν η μακαρία περιλούστηκε με σιρόπι μελιού ονομάστηκε: μέλι+μακαρία = μελομακάρονο και καθιερώθηκε ως γλύκισμα του 12ημέρου, κυρίως από τους Μικρασιάτες Έλληνες και με το όνομα «φοινίκια».
Οι Λατίνοι και αργότερα οι Ιταλοί χρησιμοποιούσαν τη λέξη μακαρωνία ως maccarone που τελικά κατέληξε να σημαίνει το σπαγγέτι. Τέλος, από το μεσαίωνα και μετά στη Γαλλία και την Αγγλία, ένα είδος αμυγδαλωτού μπισκότου ονομάστηκε «macaroon» (το γνωστό σε όλους σήμερα «μακαρόν»).
Δεν θα μπορούσε βέβαια ο κουραμπιές να μην γίνει τραγούδι...
Ξεχωρίζει ο «Αμανές του κουραμπιέ»ή «Αμανές των Χριστουγέννων» που έγραψε η Έλσα Μουρατίδου, εμφανώς επηρεασμένη από το κλίμα των ημερών που διανύουμε. Η εκτέλεση του τραγουδιού από τις STRINGLESS είναι πραγματικά απολαυστική…
Αμάν... είναι ο πόνος μου μεγάλος
και δε χωράει άλλος κουραμπιές!
Η άχνη πως απλώνεται σαν χιόνι στην πιατέλα
κι όλου του κόσμου τα γλυκά να μου φωνάζουν «έλα!»
Μελομακάρονα βουνό απάνω στο τραπέζι
κι η βασιλόπιτα πιο κει το μάτι να μου παίζει
Κι ο μορφονιός απέναντι, γλυκός σαν πετιμέζι
πως θα θελα να ήμουνα η Τζένη η Καρέζη
Στη ζυγαριά, στη ζυγαριά!
Αχ, θα βάλω εφτά κιλά!
Τσουρέκια και σιροπιαστά, Θεέ μου πως θα αντέξω;
ας πιω καμιά γουλιά κρασί το στόμα μου να βρέξω
Μες στη θολούρα του κρασιού, μου 'ρχεται να χορέψω
μα μες στο παντελόνι μου δεν ξέρω αν θα χωρέσω
Στη ζυγαριά, στη ζυγαριά!
Αχ , από Δευτέρα δίαιτα!
Μπουρέκια μοσχομυριστά, σκαλτσούνια και μπαμπάδες
γλιστρούν μέσα απ' τα δάχτυλα δεκάδες, δωδεκάδες
Πόσο σιρόπι έβαλες στο ρεβανί βρε μάνα;
και φούσκωσα και πρήστηκα ωσάν τη μελιτζάνα...
Πιες μια σόδα, πιες μια σόδα... Αχ, ο κουραμπιές!